Ὁ Γέροντας, ξεριζωμένος ἀπὸ τὴν βρεφική του ἡλικία, καὶ ἔχοντας ζήσει τὴν φρίκη τοῦ πολέμου καὶ τῆς Κατοχῆς, γνώριζε ἀπὸ τὴν πείρα του ὅτι τὸ νὰ «διαγωμεν ἤρεμον καὶ ἠσύχιον βίον» εἶναι μεγάλη εὐλογία.
Ἀγαποῦσε τὴν Πατρίδα καὶ ἔλεγε: «Καὶ ἡ Πατρίδα εἶναι μία μεγάλη οἰκογένεια». Δὲν ἐπιδίωκε τὸ ἐθνικὸ μεγαλεῖο, τὴν δόξα καὶ τὴν ἰσχὺ μὲ τὴν κοσμικὴ ἔννοια, ἀλλὰ τὴν εἰρήνη, τὴν πνευματικὴ ἄνοδο καὶ τὴν ἠθικὴ ζωὴ τῶν πολιτῶν, γιὰ νὰ μᾶς βοηθᾶ καὶ ὁ Θεός. Οὔτε ἐπιζητοῦσε τὴν ἀσφάλεια γιὰ νὰ ἀπολαμβάνουν οἱ ἄνθρωποι τὶς ἀνέσεις τους.
Σὲ κάποιον Ἕλληνα θερμὸ πατριώτη ποὺ ζοῦσε στὴν Ἀμερικὴ καὶ προσπαθοῦσε νὰ προβάλλει τὴν Ἑλλάδα, συνέστησε ν' ἀγωνισθεῖ γιὰ νὰ ἁγιάσει καὶ ὕστερα νὰ προβάλλει σωστὰ καὶ πνευματικὰ καὶ τὴν Ἑλλάδα.
Ὅπως οἱ Προφῆτες τοῦ Ἰσραὴλ συμμετεῖχαν στὴν ζωὴ τοῦ ἔθνους ἐνεργὰ μὲ τὸν τρόπο τους, προσεύχονταν, θρηνοῦσαν, ἔλεγχαν βασιλεῖς, κήρυτταν μετάνοια καὶ προφήτευαν γιὰ τὰ ἐπερχόμενα δεινά, τὸ ἴδιο καὶ ὁ Γέροντας δὲν ἦταν ἀδιάφορος καὶ ἀπαθὴς στὰ θέματα τῆς Πατρίδος. Ὁ προφήτης δὲν ἦταν ἐθνικιστὴς ποὺ ἔλεγε: «Δία Σιῶν οὐ σιωπήσομαι». Τὸ ἴδιο καὶ ἡ στάση τοῦ Γέροντα ἦταν καθαρὰ πνευματική.
Ἐνῶ ζοῦσε ἐκτὸς κόσμου, ἀγωνίσθηκε ὅσο λίγοι γιὰ τὸ καλό της Πατρίδος. Ἀξιοθαύμαστη ἦταν ἡ δραστηριότητα καὶ ἡ προσφορά του στὰ ἐξωτερικὰ ἐθνικὰ θέματά μας. Μιλοῦσε ἐναντίον τῶν ἀνθελληνικῶν ρευμάτων, τῶν πλαστογράφων τῆς ἱστορικῆς ἀληθείας, καὶ κυρίως ἐναντίον τῶν ἀδίκων ἐδαφικῶν διεκδικήσεων σὲ βάρος τῆς Ἑλλάδος, τῶν Σκοπιανῶν, «Πανσλαυϊστῶν», Ἀλβανῶν, Τούρκων κ.α. Ἔλεγε: «Ὁ ἕνας θέλει τὴν Θεσσαλονίκη, ὁ ἄλλος θέλει νὰ φτάσει μέχρι τὴν Λάρισα, ὁ ἄλλος θέλει τὸ Αἰγαῖο. Μὰ τέλος πάντων δὲν ὑπῆρχε ποτὲ Ἑλλάδα;».
Ἐπεσήμαινε τοὺς ἐθνικοὺς κινδύνους, πρὶν ἀκόμη φανοῦν. Βοήθησε...
πολλοὺς νὰ δοῦν ξεκάθαρα τὶς ξένες προπαγάνδες σὲ βάρος τῆς Πατρίδος, καὶ ὅσοι εἶχαν θέσεις καὶ εὐαισθησία ἔλαβαν τὰ ἀνάλογα μέτρα.Σχετικὰ μὲ τὸ Μακεδονικό, ἀναφέρει ἀνώτατος ἀξιωματικός: «Ἐγὼ ἤμουν μέσα στὰ πράγματα καὶ δὲν εἶχα πάρει εἴδηση. Ὁ Γέροντάς μου ἄνοιξε τὰ μάτια. Στὴν ἀρχὴ παραξενευόμουν καὶ ἔλεγα: ¨Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ λέγει ὁ Γέροντας καὶ ἀπὸ ποῦ τὰ ξέρει; Ἔπειτα κατάλαβα». Ὁ Γέροντας ἤδη ἀπὸ τὸ 1977, ὅταν πῆγε στὴν Αὐστραλία, ἀνέφερε τὸ Μακεδονικὸ θέμα. Αὐτὰ κάποιοι «εἰδικοὶ» τὰ θεώρησαν «ἀνεύθυνες φανατικὲς κινδυνολογίες».
Ὑπερασπιζόμενος τὴν ἑλληνικότητα τῆς Μακεδονίας, ἀνήρτησε στὸ Ἀρχονταρίκι τοῦ τὸ κείμενο τοῦ προφήτου Δανιὴλ ποὺ ἀναφέρεται στὸν βασιλέα τῶν Ἑλλήνων Ἀλέξανδρο καὶ δίπλα του μία μεγάλη εἰκόνα ἑνὸς Ἀγγέλου ἀπὸ Σερβικὸ Μοναστήρι, νὰ δείχνει τὸ κείμενο.
Παρωμοίαζε τὸ κράτος τῶν Σκοπίων μὲ οἰκοδόμημα ποὺ εἶναι χτισμένο μὲ τοῦβλα καὶ μὲ φαρσαλινοὺς χαλβάδες, ποὺ εἶναι ποὺ εἶναι κομμένοι σὲ σχῆμα τούβλων, καὶ ποὺ φυσικὸ εἶναι κάποτε νὰ καταρρεύσει.
Τὸ βιβλίο τοῦ πρώην ὑπουργοῦ Βορείου Ἑλλάδος κ. Νικολάου Μάρτη, «Ἡ πλαστογράφηση τῆς Μακεδονίας», ὅταν τὸ διάβασε, τὸν ἐνθουσίασε. «Δόξα τῷ Θεῶ», εἶπε, «ὑπάρχουν καὶ πατριῶτες». Πῆρε πολλὰ βιβλία καὶ τὰ μοίραζε εὐλογία. Ἔγραψε καὶ ἕνα ἐπαινετικὸ ποιηματάκι, τὸ ὁποῖο ὁ κ. Μάρτης συμπεριέλαβε σὲ νέα ἔκδοση τοῦ βιβλίου του.
Γιὰ τὴν Τουρκία διεκήρυσσε μὲ βεβαιότητα: «Θὰ διαλυθεῖ, καὶ οἱ μεγάλες δυνάμεις θὰ μᾶς δώσουν τὴν Πόλη. Ὄχι ἐπειδὴ μᾶς ἀγαποῦν ἀλλὰ γιατί θὰ οἰκονομήσει ὁ Θεὸς τὰ πράγματα ἔτσι, ὥστε τὸ συμφέρον τους θὰ εἶναι νὰ τὴν ἔχουμε ἐμεῖς. Θὰ λειτουργήσουν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Οἱ Τοῦρκοι ἔχουν νὰ πληρώσουν πολλά, ἀπ' αὐτὰ ποὺ ἔχουν κάνει. Αὐτὸ τὸ ἔθνος θὰ καταστραφεῖ, διότι δὲν προῆλθε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Τὰ κόλλυβά τους τάχουν στὸ ζωνάρι τοὺς (δηλαδὴ πλησίασε τὸ τέλος τους). Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ἔλεγε πρὶν τὴν Ἀνταλλαγή: ¨Τὴν Πατρίδα μας θὰ τὴν χάσουμε, ἀλλὰ πάλι θὰ τὴν βροῦμ娻.
Ρωτήθηκε ὁ Γέροντας, πότε θὰ ἐλευθερωθεῖ ἡ Κύπρος, καὶ ἀπάντησε: «Ἡ Κύπρος θὰ ἐλευθερωθεῖ, ὅταν μετανοήσουν οἱ Κύπριοι. Νὰ κάνετε πνευματικὲς βάσεις γιὰ νὰ διώξουν τὶς βάσεις τῶν Τούρκων, τῶν Ἄγγλων καὶ τῶν Ἀμερικανῶν». Ἔβλεπε δηλαδὴ τὸ Κυπριακὸ ὡς πνευματικὸ θέμα, ὄχι ὡς ἐθνικὸ ἢ πολιτικό, καὶ ὅτι ἡ λύση του θὰ προέλθει ἀπὸ τὴν μετάνοια τοῦ λαοῦ καὶ τὴν προσευχή.
Βλέποντας τὸν ἀπὸ Ἀνατολᾶς κίνδυνο γιὰ τὴν Θράκη, μετέβη στὴν Κομοτηνὴ γιὰ νὰ στηρίξει ἐκχριστιανισθέντες Μουσουλμάνους. Ἤθελε νὰ παραμείνει μαζί τους γιὰ ἕνα διάστημα γιὰ νὰ βοηθήσει.
Στὰ θέματα τῆς Πατρίδος δὲν ἤθελε οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἶναι ἀδιάφοροι. Πολὺ λυπόταν ποὺ ἔβλεπε πνευματικοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐπιζητοῦν νὰ βολευθοῦν οἱ ἴδιοι καὶ νὰ μὴν ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν Πατρίδα. Ὁ καημός του καὶ ἡ ἀπορία τοῦ ἦταν πῶς οἱ ὑπεύθυνοι δὲν ἀντιλαμβάνονται ποὺ ὁδηγούμαστε. Ὁ ἴδιος ἀπὸ παλαιὰ διέβλεπε τὴν σημερινὴ κατάσταση καὶ ἀνησυχοῦσε, ἀλλὰ δὲν διέσπειρε τὶς ἀνησυχίες του στὸν κόσμο. Ἔλεγε: «Ἀπὸ τὸ κακὸ ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα θὰ βγεῖ μεγάλο καλό».
Λυπόταν γιὰ τὴν πνευματικὴ κατάπτωση τῶν πολιτῶν. Μιλοῦσε αὐστηρὰ γι' αὐτοὺς ποὺ ψήφιζαν ἀντιχριστιανικοὺς νόμου. Λυπήθηκε γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῆς γλώσσας καὶ εἶπε: «Ἡ ἑπόμενη γενεὰ θὰ φέρει Γερμανοὺς νὰ μᾶς μάθουν τὴν γλώσσα μά, καὶ τὰ παιδιὰ θὰ μᾶς φτύνουν. Ἔγραφε σὲ ἐπιστολή του: «Αὐτοὶ ποὺ κατάργησαν τὰ Ἀρχαία πάλι θὰ τὰ ξαναφέρουν».
Δημοσίευσε ἕνα σύντομο κείμενο ὑποστηρίζοντας τὸν ἁγνότατο πατριώτη καὶ εὐλαβέστατο ἥρωα Μακρυγιάννη ἀπὸ τὶς ἐναντίον τοῦ ἄδικες καὶ ψευδεῖς κατηγορίες. Πέρα ἀπὸ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας, ὑπῆρχε τότε, ὅπως καὶ σήμερα, ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη προβολῆς ἑνὸς ἰδανικοῦ προτύπου πρὸς μίμηση γιὰ τοὺς πολιτικοὺς ἡγέτες, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὑποβοήθηση τοῦ λαοῦ νὰ ἀποκτήσει ὀρθὰ πολιτικὰ κριτήρια στὴν ἐπιλογὴ τῶν κυβερνητῶν τοῦ Ἔθνους μας.
Κάποιος Πρωθυπουργός, τοῦ ὁποίου κατέκρινε δημοσίως ἐνέργειες ἐπιζήμιες γιὰ τὸ Ἔθνος καὶ τὴν Ἐκκλησία, ζήτησε νὰ τὸν συναντήσει στὴν Σουρωτή. Ὁ Γέροντας ἀπάντησε: «Ἂς ἔρθει, καὶ θὰ τοῦ τὰ ψάλω καὶ μπροστά του». Εἶχε τὸ ψυχικὸ σθένος αὐτὸς ὁ πτωχὸς καλυβίτης νὰ ὑψώνει τὴν φωνὴ τοῦ ἄφοβα μπροστὰ στοὺς ἰσχυρούς της ἡμέρας.
Ὅταν κάποιος πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας ἐπισκέφθηκε τὸ Ἅγιον Ὅρος, ὁ Γέροντας συνέστησε στὰ μοναστήρια νὰ μὴν τὸν δεχθοῦν, γιατί εἶχε ὑπογράψει τὸν νόμο τῶν ἀμβλώσεων.
Ἀπὸ Ὑπουργὸ ποὺ θέλησε νὰ βοηθήσει γνωστό του Μοναστήρι δὲν δέχθηκε τίποτε, γιατί ἀνῆκε σὲ κόμμα ποὺ εἶχε ὑπογράψει ἀντιχριστιανικοὺς νόμους.
Ὁ Γέροντας ἦταν ἄνθρωπος τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἑνότητος. Δὲν ἀνῆκε σὲ κανένα κόμμα. Ἦταν ὑπεράνω κομμάτων. Ἀπέρριπτε ἄθεα πολιτικὰ κόμματα καὶ πολιτικοὺς ποὺ εἶχαν σχέση μὲ τὴν Μασωνία, γιὰ τὴν ἀθεΐα τους καὶ τὴν πολεμική τους πρὸς τὴν Ἐκκλησία. Ἔλεγε: «Τί νὰ τὸ κάνω τὸ δεξὶ ἢ τὸ ἀριστερὸ χέρι, ἂν δὲν κάνει σταυρό;» ἀπορρίπτοντας ἔτσι τοὺς ἄθεους πολιτικοὺς ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν πολιτικὴ τοὺς τοποθέτηση. Κάποια κόμματα, γνωρίζοντας τὴν ἐπιρροή του στὸν λαό, ζήτησαν νὰ τὸν προσεταιρισθοῦν χάριν ψηφοθηρίας, ἀλλὰ ματαίως.
Τὸν ἐπισκέπτονταν πολιτικὰ πρόσωπα, βουλευτές, ὑπουργοί, γερουσιαστὲς ἀπὸ τὶς Η.Π.Α. καὶ ὁ βασιλιὰς Κωνσταντῖνος τοῦ ἔστελνε κάρτες. Ἀπὸ κανέναν ὅμως δὲν ζήτησε τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτό του ἢ γιὰ γνωστά του μοναστήρια. Μόνο ζητοῦσε νὰ ἐνεργοῦν γιὰ τὸ καλό της Πατρίδος καὶ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀκόμη βοήθησε πολλοὺς κρατικοὺς ὑπαλλήλους μὲ τὶς συμβουλές του νὰ εἶναι τίμιοι καὶ εὐσυνείδητοι στὴν ἐργασία τους. Ἐκτιμοῦσε τοὺς καλοὺς παιδαγωγοὺς γιὰ τὸ οὐσιαστικὸ ἔργο ποὺ προσφέρουν, καὶ τοὺς εὐλαβεῖς στρατιωτικούς, ποὺ ἔχουν ἰδανικά.
Πολλοὺς νέους ἀναρχικούς τους ἔπεισε νὰ ὑπηρετήσουν στρατιῶτες.
Γενικῶς συμβούλευε ὅλους νὰ ἔχουν σεβασμὸ καὶ ἀγάπη πρὸς τὴν Πατρίδα, νὰ ἐνεργοῦν, γιὰ τὸ κοινὸ καλὸ εὐσυνείδητα καὶ νὰ μὴν παρασύρονται ἀπὸ τὸ γενικὸ πνεῦμα τῆς ἀδιαφορίας, τῆς ἰσοπεδώσεως τῶν πάντων, τοῦ βολέματος καὶ τῆς καταχρήσεως.
Κυρίως ὅμως ὁ Γέροντας βοήθησε τὴν Πατρίδα ἀφανῶς μὲ τὴν προσευχή του. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ τυπικὸ ποὺ ἀναφέρθηκε, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ ποίημα ποὺ ἔστειλε στὴν μητέρα του. Στὸ τέλος γράφει ὅτι γίνεται καλόγηρος γιὰ νὰ προσεύχεται «καὶ γιὰ ὅλη τὴν Πολιτεία». Ἔδινε πρῶτος τὸ παράδειγμα καὶ παρακινοῦσε, λέγοντας «Νὰ κάνουμε προσευχὴ ὁ Θεὸς νὰ φωτίζει τοὺς ὑπευθύνους ποὺ ἔχουν θέσεις μεγάλες στὴν Πολιτεία, γιατί αὐτοὶ μποροῦν νὰ κάνουν μεγάλο καλό».
Ὅταν ὑπῆρχε ἔνταση στὶς Ἑλληνοτουρκικὲς σχέσεις, ἔλεγε : «Πολλὰ σύννεφα μαζεύτηκαν. Ἂν μπορέσουμε νὰ τὰ διώξουμε» (μὲ τὴν προσευχή).
Σὲ παρόμοια περίπτωση ἔκανε Θεία Λειτουργία στὸ Καλύβι του. Στοὺς Μακαρισμοὺς δὲν ἔψαλλε ὅ,τι προέβλεπε τὸ τυπικό, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν κανόνα τοῦ ὁσίου Νικολάου τοῦ Κατασκεπηνοῦ, γιατί ἦταν κατάλληλο γιὰ τὴν περίπτωση αὐτή: «Ἀθέων Ἀγαρηνῶν τὰ βέλη συντριψον Δέσποινα, καὶ πάσαν ἐπιβουλὴν δαιμόνων ματαίωσον, λαὸν χριστεπώνυμον σκέπων καὶ φυλλάτων, ἴνα πόθω σὲ δοξάζομεν».
Ὅταν ἡ Πατρίδα περνοῦσε περίοδο πολιτικῆς ἀστάθειας, λόγω ἀδυναμίας σχημτισμοῦ κυβερνήσεως, ὁ Γέροντας πονοῦσε καὶ εὐχόταν πολύ. Τὴν τρίτη φορὰ ποὺ θὰ γίνονταν ἐκλογὲς σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα συνέβη τὸ ἑξῆς, ὅπως διηγήθηκε: «Ἦταν παραμονὴ ἐκλογῶν. Καθόμουν στὸ ξυλοκρέββατο στὸ Ἀρχονταρίκι καὶ ἔλεγα τὴν εὐχή. Ξαφνικὰ παρουσιάστηκε ὁ διάβολος μὲ τὴν μορφή του ... (ἀνωτάτου πολιτικοῦ προσώπου τῆς ἐποχῆς ἐκείνης τοῦ ὁποίου κατέκρινε ἐνέργειες καταστρεπτικὲς) καὶ μὲ ἀπειλοῦσε. Ἀλλὰ δὲν μποροῦσε νὰ πλησιάσει. Ἦταν σὰν δεμένος, κάτι τὸν κρατοῦσε καὶ σφιγγόταν».
Τὸ ἴδιο βράδυ ὁ Γέροντας παρουσιάσθηκε σ' ἕναν ἔγγαμο ἱερέα στὸν ὕπνο του. Τοῦ εἶπε αὐστηρά : «Παπά- ... τί κοιμᾶσαι; Σήκω νὰ κάνεις προσευχή, γιατί ἡ Πατρίδα κινδυνεύει».
Τὴν σωτηρία τοῦ Ἔθνους τὴν περίμενε ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔλεγε : «Ἂν ὁ Θεὸς ἄφηνε τὴν τύχη τοῦ Ἔθνους στοὺς πολιτικοὺς θὰ καταστρεφόμασταν. Ἀλλὰ ἀφήνει λίγο τὰ πράγματα, γιὰ νὰ φανοῦν οἱ διαθέσεις τοῦ καθενός».
Γιὰ τοὺς πολιτικοὺς ποὺ ἔκαναν κακὸ στὸ Ἔθνος ἔλεγε: «Μὲ ἀναπαυμένη συνείδηση παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ τοὺς δίνει μετάνοια καὶ νὰ τοὺς παίρνει, γιὰ νὰ μὴν κάνουν μεγαλύτερο κακό, καὶ νὰ ἀναστήσει Μακκαβαίους».
Πίστευε ὅτι ἕνας μοναχὸς μπορεῖ νὰ βοηθήσει ὁλόκληρο τὸ Ἔθνος. «Ἄλλον ὁ Θεὸς τὸν κάνει μοναχὸ γιὰ νὰ βοηθήσει μία οἰκογένεια καὶ ἄλλον γιὰ νὰ βοηθήσει ὁλόκληρο τὸ Ἔθνος. Τὸ Ἅγιον Ὅρος πολλὰ μπορεῖ νὰ προσφέρει. Μπορεῖ νὰ δημιουργήσει πάλι τὸ Βυζάντιο ἀπὸ τὸ ὁποῖο προῆλθε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου