24 Φεβ 2011

Γέρων Παΐσιος - Ἀντιμετώπιση ὑβριστῶν

Γέροντος Παϊσίου τοῦ γιορείτου 
Λόγοι Β΄ 
Κεφάλαιο 2'. 
«ντιμετώπιση βριστν»
Λόγοι Β΄

ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
 Η γεννι τς διαφορίας

ντιμετώπιση βριστν
- Γέροντα, στν γία Γραφ λέει τι βλασφημία κατ το γίου Πνεύματος δν συγχωρεται[1]. Ποι εναι βλασφημία ατή;
- Βλασφημία κατ το γίου Πνεύματος γενικ εναι περιφρόνηση στ θεία, ταν νθρωπος χει, ννοεται, τ λογικά του. Τότε εναι κα νοχος. Π.χ. ναν πού μου επε «ντε κι σ κα ο θεοί σου...», το δωσα μία σπρωξι κα τν τίναξα πέρα, γιατί ατ ταν βλασφημία. περννε δύο ξω π μία κκλησία. νας κάνει τν σταυρό του κα λέει κα στν λλο «κνε, ελογημένε, κι σ τν σταυρό σου...» κα ατς ντιδρ: «ντε κι σ πο θ κάνω τν σταυρό μου!». Ατ περιφρόνηση εναι βλασφημία.
δύνατον πομένως σ ναν ελαβ νθρωπο ν πάρχει βλασφημία. λλα κα ναίδεια εναι βλασφημία κατ το γιου Πνεύματος. ναιδς διαστρέφει καταπατάει λ.χ. μία εαγγελικ λήθεια, γι ν δικαιολογήσει τν πτώση του. Δν σέβεται τν λήθεια, τν πραγματικότητα, λλα τν τσαλακώνει ν γνώσει του· τσαλαπατάει να ερ πράγμα. Κα ατ σιγ-σιγ γίνεται πλέον κατάσταση. Στν ...
συνέχεια πομακρύνεται Χάρις το Θεο κα νθρωπος δέχεται πιδράσεις δαιμονικές. Κα ν δν μετανοήσει, τί ξέλιξη θ χει... Θες φυλάξοι!
ταν μως νας θυμώσει κα βλασφημήσει κόμη κα τ γιο Πνεμα, ατ βλασφημία δν εναι συγχώρητη, γιατί νθρωπος δν πιστεύει τν βρισι πο επε, λλα τν επε, πειδ κείνη τν στιγμή, πάνω στν θυμό του, χασε τν λεγχο το αυτο του, κα μέσως μετανοιώνει. ναιδς μως δικαιολογε τ ψέμα, γι ν δικαιολογήσει τν πτώση του. ποιος δικαιολογε τν πτώση του, δικαιολογε τν διάβολο.
- Γέροντα, πς δικαιολογε τν πτώση του;
- Μπορεί ν θυμηθε κάτι πο λέχθηκε πρν π δέκα χρόνια γι λλη περίπτωση κα ν τ παρουσίαση σν παράδειγμα, γι ν δικαιολογήσει τν αυτό του. Οτε διάβολος, μεγαλύτερος δικηγόρος, δν θ μποροσε ν σκεφθε κάτι τέτοιο κείνη τν ρα.
- Και πς νιώθει ατς νθρωπος;
- Πώς νιώθει; Δν χει νάπαυση ποτέ. δ κα δίκαιο ν χει κανείς, ταν πάει ν δικαίωση τν αυτό του, πάλι νάπαυση δν χει, πόσο μλλον ν μν χει δίκαιο κα ν δικαιολογε τν πτώση του μ ναιδέστατο τρόπο. Γι' ατό, σο μπορομε, ν προσέχουμε τν ναίδεια κα τν περιφρόνηση χι μόνον πρς τ θεία λλα κα πρς τν πλησίον μας, διότι εναι εκόνα θεο.
Ο ναιδες νθρωποι βρίσκονται στ πρτο στάδιο τς βλασφημίας κατ το γίου Πνεύματος. κενοι πο περιφρονον τ θεία βρίσκονται στ δεύτερο, κα στ τρίτο βρίσκεται διάβολος.
- Γέροντα, ταν μιλον κατ τς κκλησίας κατ το Μοναχισμο κ.λπ., τί πρέπει ν κάνη κανείς;
- Κατ' ρχάς, ν κάποιος μιλάει σχημα λ.χ. γι σένα ς τομο, δν πειράζει. Ν σκεφθες: «Τν Χριστό, πο ταν Χριστός, Τν βριζαν, κα δν μιλοσε· μένα πο εμαι μαρτωλς τί μου ξίζει;». ν ρχονταν ν βρίσουν μένα ς τομο, δν θ μ πείραζε καθόλου. λλα, ταν μ βρίζουν ς μοναχό, βρίζουν κα λο τν θεσμ το Μοναχισμο, γιατί ς μοναχς δν εμαι νεξάρτητος, κα πρέπει ν μιλήσω. Σ τέτοιες περιπτώσεις πρέπει κανες ν τος φήσει λίγο ν ξεσπάσουν κα στερα ν τος πε δύο κουβέντες.
Κάποτε στ λεωφορεο μία γυναίκα βριζε τος παπάδες. Τν φησα ν ξεσπάσει καί, ταν σταμάτησε, τς επα: «χουμε παιτήσεις π τος παπάδες, λλα κα ατος δν τος ρριξε Θες μ τ λεξίπτωτα. Εναι νθρωποι κα χουν νθρώπινες δυναμίες. Μπορες μως ν μο πες, μία μητέρα σν σένα βαμμένη, μ κάτι νύχια σν τ γεράκι, τί παιδ θ γέννηση κα πς θ τ ναθρέψει; Κα παπς κα καλόγερος ν γίνει, πς θ εναι;».
Θυμμαι, μία λλη φορ, ταν ταξίδευα μ τ λεωφορεο π τν θήνα γι τ Γιάννενα, ταν νας πο δν σταμάτησε σ λο τν δρόμο ν κατηγορε ναν μητροπολίτη πο εχε δημιουργήσει τότε κάτι προβλήματα. Το επα κάνα-δυ κουβέντες κα μετ κανα εχή. κενος συνέχιζε. ταν φθάσαμε στ Γιάννενα κα κατεβήκαμε, τν πρα λίγο παράμερα κα το λέω: «Μ γνωρίζεις ποις εμαι;». «χι», μο λέει. «Πς τότε κάθεσαι κα λς τέτοια πράγματα; γ μπορε ν εμαι πολ χειρότερος π τν τάδε πο βρίζεις, μπορε μως ν εμαι κα νας γιος. Πς κάθεσαι σ κα λς μπροστά μου πράγματα πο δν μπορ ν φανταστ τι τ κάνουν οτε κα ο κοσμικο νθρωποι; Κοίταξε ν διορθωθες, γιατί θ φς σκαμπίλι δυνατ π τν Θε - γι τ καλό σου φυσικά». Τν εδα μετά, ρχισε ν τρέμει. λλα κα ο λλοι κατάλαβαν, πως εδα π μία ναταραχ πο δημιουργήθηκε.
 - Βλέπεις ν βρίζουν τ για κα λλος δν λέει τίποτε. Σ’ ατν τν περίπτωση πραότητα εναι δαιμονική. Μία φορ πο βγαινα π τ γιον ρος, συνάντησα στ καράβι κα ναν πο εχε φύγει καημένος π τ Ψυχιατρεο κα εχε ρθει στ ρος. Φώναζε κα βριζε συνέχεια λους τους μεγάλους, τος κυβερντες, τος γιατρούς... «Τόσα χρόνια, λεγε, μ τάραξαν στ λεκτροσκ κα στ χάπια. σες περντε καλά. χετε τν καλοπέρασή σας, τ ατοκίνητά σας. μενα π δώδεκα χρονν μάνα μου μ' στειλε σ' να νησί. Εκοσι πέντε χρόνια γυρίζω π τρελλοκομεο σ τρελλοκομεο». βριζε λα τ κόμματα κα μετ ρχισε ν βρίζει Χριστ κα Παναγία. Σηκώνομαι πάνω, «πάψε, το λέω· δν πάρχει καμμι ρχ δ μέσα;». Θίχθηκε, φαίνεται, συνοδς το - πρέπει ν ταν χωροφύλακας - κα τν συμμάσε λίγο. Εχε πε λο τ πρόβλημα το φωνάζοντας κα βρίζοντας. Τν πόνεσα. Μετ ρθε, μο φίλησε τ χέρι. Τν φίλησα. Εχε δίκαιο. λοι λίγο-πολ χουμε τ μερίδιό μας. μουν κα γ ατία πο βριζε καημένος. ν εχα πνευματικ κατάσταση, θ τν εχα κάνει καλά.
- Πόσο εχαν πογοητευθε ο Φαρασιτες, τότε μ τν νταλλαγή, ταν ρχονταν μ τ καράβι στν λλάδα! Δύο νατες μάλωναν κα βριζαν τν Χριστ κα τν Παναγία. Τους φάνηκε πολ βαρύ! Σο λέει: «λληνες, Χριστιανοί, ν βρίζουν τν Χριστ κα τν Παναγία!». Τους ρπαξαν κα τος πέταξαν στν θάλασσα. Ετυχς ξεραν κολύμπι κα γλύτωσαν. Ακόμη κα ταν βρίζουν κάποιον νθρωπο, πρέπει ν τν περασπίσουμε, πόσο μλλον τν Χριστό!
 Ήρθε να παιδ στ Καλύβι πο κούτσαινε, λλα λαμποκοποσε τ προσωπάκι του. Λέω: «Κάτι γίνεται δ, γι ν λάμπει τσι θεία Χάρις!». Τν ρώτησα «τί κάνεις κ.λπ.» κα μο επε τί συνέβη. Κάποιος, να θηρίο μέχρι κε πάνω, βριζε τν Χριστ κα τν Παναγία κα τ παιδ ρμησε πάνω του, γι ν σταματήσει. κενος τ βαλε κάτω, τ τσαλαπάτησε, το σακάτεψε τ πόδια, κα μετ τ καημένο κούτσαινε. μολογητής! Τί τράβηξαν ο μολογητές, ο Μάρτυρες!
- Γέροντα, μερικο ελαβες νέοι δυσκολεύονται στν στρατ μ ατος πο βρίζουν. Τί ν κάνουν;
- Θέλει διάκριση κα πομονή. Θες θ βοηθήσει. συρματιστς πο πηρετούσαμε μαζ στν στρατ ταν νας γιατρς πιστος, βλάσφημος. Κάθε μέρα ρχόταν στν μονάδα Διοικήσεως, ν μο κάνη πλύση γκεφάλου! Μο λεγε τν θεωρία το Δαρβίνου κ.λπ., κάτι πράγματα χαμένα, βλάσφημα τελείως. Μετ μως π κάποιο περιστατικ κατάλαβε μερικ πράγματα. Μία φορ μασταν σ μία πιχείρηση κα εχαμε φορτωμένα σ να μεγάλο μουλάρι τν σύρματο κα τ φορεο. Σ ναν κατήφορο, πειδ γλιστροσε πολύ, γ πίανα π τν ορ τ ζο κα γιατρς τραβοσε τ καπίστρι. Σ μία στιγμή, πς γγιξε τ φορεο λίγο τ ατι το ζώου, κα δίνει μία τ ζο κα μ χτυπάει δυνατ μ τ πισινά του πόδια· μ πέταξε πέρα. Σ λίγο συνλθα κα εδα τι περπατοσα! Τ μόνο πο θυμόμουν ταν τι φώναξα «Παναγία μου!». Τίποτε λλο. Τ σημάδια π τ πέταλα το ζώου ταν πάνω μου. δ τ στθος ταν λο μαρο. Μ τόση δύναμη μ χτύπησε τ ζο! Τ χασε γιατρς πο μ εδε ν περπατ! Συνεχίσαμε τν δρόμο μας. Λίγο πι πέρα στραβοπάτησε γιατρς σ μία πέτρα, πεσε κάτω κα δν μποροσε ν σηκωθε ν περπατήσει. ρχισε ν φωνάζει: «Παναγία μου, Χριστέ μου»! Σο λέει: «Τώρα λοι θ μ γκαταλείψουν πάει, τί θ γίνω; Ποις θ μ βοηθήσει;». Φοβόταν μν τν πιάσουν. «Μ στενοχωριέσαι, το λέω, θ καθήσω μαζί σου. ν πιάσουν μένα, θ πιάσουν κι σένα». καημένος μετ σκέφθηκε: « ρσένιος[2] ν τν πέταξε πέρα τ ζο, δν παθε τίποτε, κα γ λίγο στραβοπάτησα κα δν μπορ ν περπατήσω!». Σ λίγο σηκώθηκε, λλα κούτσαινε κα τν κρατοσα, γι ν περπατήσει. Ο λλοι εχαν προχωρήσει. Πρε να μάθημα κα συνλθε μετά. Κάθε μέρα λεγε κάτι βλασφημίες, κα τότε, πάνω στν κίνδυνο, φώναζε «Παναγία μου! Παναγία μου!». Τν βόλεψε Παναγία!
νας λλος, μοτοσικλετιστς ταν στν στρατό, δύο φορς εχε σπάσει τ πόδι του κα πάλι συνέχιζε ν βρίζει.
- Δν το λέγατε τίποτε, Γέροντα;
- Τί ν το π; δ δν το λεγα τίποτε κα κενος βριζε συνεχς τν Χριστ κα τν Παναγία πίτηδες, γι ν μ στενόχωρη. Μετ τ κατάλαβα κα κανα μόνον εχή. Κα ν δετε, ν πρτα βριζαν κα ατς κα ο λλοι στ καλ καθούμενα, στερα, ταν δυσκολεύονταν σ κάτι κα πήγαιναν ν βρίσουν, δάγκωναν τν γλώσσα τους! Εναι καλύτερα, ν νας βρίζει, βλασφημε κ.λπ. κα εναι ναιδής, ν κάνης τι εσαι πασχολημένος κα δν κος κα ν λς τν εχή. Γιατί ν καταλάβει τι τν παρακολουθες, μπορε ν βρίζει συνέχεια, κα τσι γίνεσαι ατία ν δαιμονισθε. Όταν μως δν εναι ναιδς λλα εσυνείδητος, κα βρίζει π κακ συνήθεια, μπορες κάτι ν το πες. ν πάλι εναι εσυνείδητος, λλα χει πολ γωισμό, πρέπει ν προσέξεις ν μν το μιλήσεις αστηρ λλα ταπεινά, σο μπορες, κα μ πόνο. Τί λέει ββς σαάκ; «λεγξον δι τς δυνάμεως τν ρετν σου τος φιλονεικούντας μετά σου... κα ποστόμωσον ατος δι τς πραότητος κα τς γαλήνης τν χειλέων σου. λεγξον τος μν κόλαστους δι τς νάρετου συμπεριφορς σου, τος δ ναίσχυντους κατ τς ασθήσεις δι τς συστολς τν μμάτων σου»[3]

1. Βλ. Μάτθ. 12,31
2.Τ κατ κόσμον νομα το Γέροντα.
3. ββα σακ το Σύρου, Ο σκητικο Λόγοι, Λόγος ΚΓ’, κδ. «στήρ».

πόσπασμα π τν σελίδα 53-58 το βιβλίου:

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ  Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ

ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.