Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας
ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΤΗΧΗΣΕΩΣ
Η ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ...
Περί τῆς πτώσεως τοῦ ἀνρθώπου
"...Γιατί ὅμως ὁ Θεὸς δὲν ἔκανε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ φύση τοῦ ἀναμάρτητο; Γιατί τότε ὁ ἄνθρωπος θὰ ἔμενε ἐξαναγκαστικὰ σὲ κοινωνία μὲ τὸν θεὸ καὶ αὐτὸ δὲν θὰ ἦταν ἔκφραση ἀγάπης πρὸς τὸν Δημιουργό του. «Διότι καὶ ἐσὺ τοὺς δούλους δὲν τοὺς θεωρεῖς φίλους, ὅταν τοὺς κρατᾶς δέσμιους, ἀλλ' ὅταν τοὺς ἰδῆς ἑκουσίως νὰ ἐκτελοῦν τὰ καθήκοντα πρὸς σέ. Καὶ εἰς τὸν Θεὸν λοιπὸν δὲν ἀρέσει ὅ,τι φαίνεται ἐξ ἀνάγκης, ἀλλ' αὐτὸ ποὺ ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς ἀρετῆς. Ἡ δὲ ἀρετὴ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἐλευθέραν βούλησιν καὶ ὄχι μὲ ἀναγκαιότητα... Αυτός λοιπὸν ποὺ κατηγορεῖ τὸν ποιητήν, διότι δὲν μᾶς ἔκαμεν ἐκ φύσεως ἀναμαρτήτους, δὲν προτιμᾶ τίποτε ἄλλο παρὰ τὴν ἄλογον φύσιν ἀπὸ τὴν λογικήν, καὶ αὐτὴν ποὺ δὲν κινεῖται καὶ δὲν ἔχει ὁρμὴν ἀπὸ τὴν προαιρετικὴν καὶ ἔμπρακτον» (Μ. Βασίλειος)."
*****
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τρεπτὸς καὶ ἀλλοιωτός. Ἡ ἄλογη δημιουργία δὲν μπορεῖ νὰ μεταβληθεῖ ἀπὸ τὴν ἀρχική της θέση· «ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ ἔχει μπεῖ σὲ τάξη ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας, καὶ ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καὶ ἡ γῆ» δὲν ἔχουν «δικό τους θέλημα»· «Σὺ ὅμως γι' αὐτὸ εἶσαι πλασμένος "κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν", διότι ὅπως ὁ Θεὸς εἶναι αὐτεξούσιος καὶ κάνει ὅ,τι θέλει... ἔτσι καὶ σὺ εἶσαι αὐτεξούσιος καὶ ἂν θέλεις καταστρέφεσαι. Ἡ φύση σου μεταβάλλεται, ἐὰν θέλεις νὰ βλασφημήσεις, νὰ κατασκευάσεις δηλητήρια καὶ νὰ σκοτώσεις κάποιον, κανεὶς δὲν σοὺ ἀντιστέκεται καὶ δὲν σὲ ἐμποδίζει. Ἂν θέλει...
κάποιος, ὑποτάσσεται στὸ Θεό, βαδίζει τὸ δρόμο τῆς δικαιοσύνης (Β' Πέτρ, β' 21) καὶ κυριαρχεῖ στὶς ἐπιθυμίες του· διότι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ νοῦς εἶναι ἀντίπαλος, ποὺ μπορεῖ νὰ κυριαρχεῖ μὲ ρωμαλέο λογισμὸ στὶς ὁρμὲς τῆς κακίας καὶ στὶς αἰσχρὲς ἐπιθυμίες» (Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος).Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑπεύθυνος γιὰ τὶς πράξεις του καὶ ἡ ὑπευθυνότητα προϋποθέτει τὴν ἐλευθερία. Γι' αὐτὸ καὶ στὶς πράξεις τοῦ ἀνθρώπου δὲν ὑπάρχει ἐξαναγκασμός. Πηγὴ τοὺς εἶναι ἡ προσωπικὴ βούληση. «Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ Θεὸς τῶν πάντων ἐδημιούργησε τὴν φύσιν μᾶς ἐλευθέραν, τὰς ἰδικᾶς τοῦ ἰδιότητας φανερώνει καὶ ἐνεργῶν κατὰ τὴν ἰδικὴν τοῦ φιλανθρωπίαν, καὶ γνωρίζων καλὰ καὶ τὰ ἀπόρρητα καὶ τὰς εὐρισκόμενος εἰς τὸ βάθος τῆς διανοίας μᾶς σκέψεις, προτρέπει, συμβουλεύει, προλαμβάνει τὴν κακὴν πράξιν ομως δὲν ἐπιβάλλεται ἀναγκαστικά, ἀλλὰ ἀφοῦ ἐπιθέσει τὰ κατάλληλα φάρμακα, ἀφήνει νὰ ἐξαρτᾶται τὸ κάθε τί ἀπὸ τὴν διάθεσιν τοῦ ἀσθενοῦς» (Χρυσόστομος).
Πῶς θὰ ἐγνώριζε ὁ ἄνθρωπος πῶς ἦταν τρεπτὸς καὶ ὄχι ἄτρεπτος; Γιὰ νὰ τὸ γνωρίζει αὐτὸ "καὶ νὰ συστέλλεται, καὶ νὰ μένει εἰς ἐκείνην τὴν καλὴν καὶ θείαν κατάστασιν" (Ἴω. Δαμασκηνός) του ἐδόθη μία ἀπαγορευτικὴ ἐντολή:. «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ δέδωκα ὕμιν πάντα χόρτον σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὁ ἔστιν ἐπάνω πάσης της γής, καὶ πᾶν ξύλον, ὁ ἔχει ἐν ἐαυτῶ καρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμὶν ἔσται εἰς βρῶσιν...» (Γέν. ἃ' 29). «Καὶ ἐνετείλατο Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ λέγων ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσω βρώσει φαγῆ, ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν, οὐ μὴ φάγεσθε ἀπ' αὐτοῦ· ἡ δ' ἂν ἡμέρα φάγητε ἀπ' αὐτοῦ, θανάτου ἀποθανεῖσθε" (Γέν. β' 16-17).
Κάνοντας ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο τρεπτό, δίδοντας τοῦ τὴν ἐλευθερία νὰ ἀποφασίζει γιὰ τὴ θέση ποὺ θὰ κρατήσει ἀκόμη καὶ ἀπέναντι στὸ Δημιουργό του, δὲν ἐπέτρεψε νὰ ἐξαρτᾶται τὸ πᾶν ἀπὸ τὴ φύση τοῦ ἄνθρωπου. Ταυτόχρονα ὅμως «δὲν ἐπέτρεψεν ὁλόκληρον τὸ φορτίον νὰ τὸ ἀναλάβει ἡ προαίρεσις, διὰ νὰ μὴ ἀποκάμει ἀπὸ τοὺς κόπους τῆς ἀρετῆς· ἀλλὰ ὑποδεικνύει εἰς αὐτὴν ἡ συνείδησις τί πρέπει νὰ πράξει, διὰ δὲ τὴν ἐργασίαν τῶν ὑποδεικνυομένων μόνη της αὐτὴ ἀναλαμβάνει τοὺς κόπους» (Χρυσόστομος).
Ὁ ἄνθρωπος ἐδημουργήθη διὰ τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ "κατ' εἰκόνα Του". Μέσα στὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου ἐμφυτεύθηκε κάτι ἀπὸ τὴ λογικότητα τοῦ Λόγου, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ ἔχει «τρόπον τινὰ μερικὸς σκιᾶς τοῦ Λόγου καὶ νὰ γίνει λογικὸς καὶ νὰ δυνηθεῖ νὰ παραμείνει εἰς τὴν εὐτυχίαν, ζῶν τὸν ἀληθινὸν καὶ πράγματι παραδείσιον βίον τῶν ἁγίων. Ἐπειδὴ πάλιν ἐγνώριζεν ὅτι ἡ θέλησις τῶν ἀνθρώπων ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ κλίνει καὶ πρὸς τὰ δύο, ἐπρόλαβε καὶ ἐξησφάλισε μὲ νόμον καὶ τόπον τὴν χάριν ποὺ τοὺς ἔδωσε. Τοὺς ἔβαλε δηλαδὴ εἰς τὸν παράδεισον καὶ τοὺς ἔδωσε νόμον. Ὥστε ἐὰν φυλάξουν τὴν χάριν, καὶ παραμείνουν καλοί, νὰ ζοῦν εἰς τὸν παράδεισον χωρὶς λύπας καὶ πόνους καὶ μέριμνας καὶ ἐκτὸς αὐτοῦ νὰ ἔχουν καὶ ὑπόσχεσιν τῆς οὐρανίου ἀφθαρσίας» (Μ. Ἀθανάσιος).
Ὁ νόμος ποὺ ἐδόθη στὸν ἄνθρωπο ἦταν πράξη φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ. Ἐχάρισε στὸν ἄνθρωπο τὴν ἀπόλαυση τοῦ παραδείσου καὶ τοῦ ἔδωσε μία μόνη ἀπαγόρευση«διὰ νὰ ἠμπορεῖ νὰ γνωρίζει, ὅτι εὑρίσκεται κάτω ἀπὸ Δεσπότην, εἰς τὸν ὅποιον ἁρμόζει νὰ ὑπακούει καὶ νὰ ὑποχωρεῖ εἰς τὰς ἐντολᾶς Ἐκείνου (Χρυσόστομος).
Μὲ τη θέληση του ο ἄνθρωπος ἀρνήθηκε αὐτὴ τὴ "Δεσποτεία" και εγκατέλειψε την θέση ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε μέσα στὴ δημιουργία. Δεν θέλησε κανένα κέντρο ἀναφορᾶς ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ μετέβαλε ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό του σὲ ἐγωϊστικὸ ὄν, μακρυᾶ ἀπὸ τὴν κοινωνία ἀγάπης μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἔξω ἀπὸ τὴ θέση εὐθύνης γιὰ τὴ δημιουργία. Ἔπαυσε πλέον νὰ πλησιάζει τὴ δημιουργία μὲ αἴσθηση εὐθύνης· μοναδικὸ μέλημα τοῦ ἦταν τὸ τί μποροῦσε νὰ ἀποσπάσει γιὰ δικό του ὄφελος. Ἔτσι στὴν προσπάθειά του νὰ φθάσει τὸν σκοπὸ τοῦ χωρὶς τὸν Θεό, ἔχασε τὸ πᾶν καὶ ἀπόκτησε συναίσθηση μόνο τῆς γυμνότητάς του!
«Καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τὴ γυναικί, οὐ θανάτω ἀποθανεῖσθε, ἤδει γὰρ ὁ Θεός, ὅτι ἡ ἂν ἡμέρα φάγητε ἀπ' αὐτοῦ, διανοιχθήσονται ὑμῶν οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρόν. Καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖον ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε· καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον. Καὶ ἠνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν δύο, καὶ ἔγνωσαν ὅτι γυμνοὶ ἤσαν, καὶ ἔρραψαν φύλλα συκῆς καὶ ἐποίησαν ἐαυτοῖς περιζώματα» (Γέν. γ' 4-7).
Γιατί ὅμως ὁ Θεὸς δὲν ἔκανε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ φύση τοῦ ἀναμάρτητο; Γιατί τότε ὁ ἄνθρωπος θὰ ἔμενε ἐξαναγκαστικὰ σὲ κοινωνία μὲ τὸν θεὸ καὶ αὐτὸ δὲν θὰ ἦταν ἔκφραση ἀγάπης πρὸς τὸν Δημιουργό του. «Διότι καὶ ἐσὺ τοὺς δούλους δὲν τοὺς θεωρεῖς φίλους, ὅταν τοὺς κρατᾶς δέσμιους, ἀλλ' ὅταν τοὺς ἰδῆς ἑκουσίως νὰ ἐκτελοῦν τὰ καθήκοντα πρὸς σέ. Καὶ εἰς τὸν Θεὸν λοιπὸν δὲν ἀρέσει ὅ,τι φαίνεται ἐξ ἀνάγκης, ἀλλ' αὐτὸ ποὺ ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς ἀρετῆς. Ἡ δὲ ἀρετὴ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἐλευθέραν βούλησιν καὶ ὄχι μὲ ἀναγκαιότητα... Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ κατηγορεῖ τὸν ποιητήν, διότι δὲν μᾶς ἔκαμεν ἐκ φύσεως ἀναμαρτήτους, δὲν προτιμᾶ τίποτε ἄλλο παρὰ τὴν ἄλογον φύσιν ἀπὸ τὴν λογικήν, καὶ αὐτὴν ποὺ δὲν κινεῖται καὶ δὲν ἔχει ὁρμὴν ἀπὸ τὴν προαιρετικὴν καὶ ἔμπρακτον» (Μ. Βασίλειος).
«Διατὶ λοιπὸν δὲν μὲ ἔκαμεν ὁ Θεὸς κύριόν της ἀρετῆς; "Ἀλλὰ πῶς εἶπες; Νὰ σὲ φέρει εἰς τὸν οὐρανὸν ἐνῶ κοιμᾶσαι καὶ νυστάζεις καὶ ἐπιθυμεῖς τὴν κακίαν καὶ ζῆς τρυφηλὴν ζωὴν καὶ τρώγεις ὑπερβολικῶς; Ἀλλὰ τότε δὲν θὰ ἀπέφευγες τὴν κακίαν. Ἐφ' ὅσον δηλαδὴ τώρα ποὺ ὑπάρχει ἀπειλὴ οὔτε ἔτσι ἀπομακρύνεσαι ἀπὸ τὴν πονηρίαν, ἐὰν καὶ τὸν οὐρανόν σου προσέθετεν ὡς ἔπαθλον, πότε θὰ ἔπαυες νὰ γίνεσαι ραθυμότερος καὶ χειρότερος; Ἀλλ' οὔτε καὶ ἔκεινο θὰ ἔχεις νὰ προβάλεις ὡς δικαιολογίαν, ὅτι δηλαδὴ ἔδωσε μὲν τὰ ἀγαθά, ἀλλὰ δὲν σὲ ἐβοήθησε, διότι σου ὑπόσχεται πολλὴν τὴν βοήθειαν» (Χρυσόστομος).
Ἡ πτώση λοιπὸν τοῦ ἄνθρωπου ἀπὸ τὴ θέση στὴν ὅποια τὸν εἶχε τοποθετήσει ὁ Δημιουργός δεν εἶναι ἀποτέλεσμα τὶς φύσεως ἄλλά της προαιρέσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ο Θεὸς δὲν θέλησε νὰ πλάσει τὸν ἄνθρωπο δίδοντας τοῦ τὴ φύση τῶν ἀλόγων ζώων τὸν προίκισε μὲ ἐλευθερία καὶ μὲ τὴ δυνατότητα νὰ τραπεῖ πρὸς τὸ ἀγαθό, βοηθούμενος καὶ ἀπὸ τὴν ἔμφυτη συνείδησή του, ἡ ὁποία τὸν ὠθεῖ πρὸς αὐτό. Για νὰ γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος πὼς εἶναι τρεπτὸς καὶ ἀλλοιωτός, καὶ νὰ αἰσθάνεται πῶς βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὴ δεσποτεία τοῦ Θεοῦ, τοῦ δόθηκε ἀπὸ τὸν Δημιουργό του νόμος.
Ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἔκανε τὴν ἐπιλογὴ τοῦ ἐνάντια στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Ἀντιδίκου. Νόμισε πὼς ὅταν αὐτονομηθεῖ, θὰ ὁδηγηθεῖ στὴν "γνώση" ποὺ θὰ τὸν βοηθήσει νὰ ξεπεράσει τὴν κτιστή του πραγματικότητα καὶ νὰ ἐξομοιωθεῖ πρὸς τὸν Θεό. Ὄχι μὲ τὸν τρόπο ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδείξει ὁ Θεός, ὅποτε τὸ "καθ' ὁμοίωσιν" θὰ ἐδίδετο ἀπὸ τὸν Δημιουργό του, ἀλλὰ μὲ αὐτόματες τρόπον τινὰ διαδικασίες. Ὅμως τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν τραγικό: τὸ μόνο ποὺ ἐγνώρισε ὁ ἄνθρωπος μετὰ τὴν αὐτονόμηση τοῦ ἦταν ἡ ἴδια ἡ γυμνότητά του.
† π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας
Μετενσάρκωση ἢ Ἀνάσταση;
Ὀρθόδοξη θεώρηση τοῦ Κακοῦ
Πηγή:Ι.Μ.Παντοκράτορος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου