2 Ιουν 2010

Ὁ ἅγιος νεομάρτυς Δημήτριος (2 Ἰουνίου)


Μαρτύρησε στή Φιλαδέλφεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στίς 2 Ἰουνίου 1657
Ὁ Ἅγιος καταγόταν ἀπό σπουδαία οἰκογένεια τῆς Φιλαδέλφειας. Ὁ πατέρας τοῦ ἦταν ἱερεύς ὁ ὁποῖος ὅμως ἐκοιμήθη ἐνῷ ὁ ἅγιος ἦταν μικρό παιδί. Ἡ πρεσβυτέρα μητέρα τοῦ τόν ἀνέθρεψε «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσία Κυρίου».
Ὅταν ἦταν ὅμως δεκατριῶν ἐτῶν, κάποιοι Τοῦρκοι , ἐκμεταλλευόμενοι τήν παιδική του ἀφέλεια, προσφέροντάς του τιμές, πλούτη καί ἀξιώματα ἤ ἀπειλώντας τόν, κατάφεραν νά τόν ἐξισλαμίσουν. Τόν πῆρε δέ στήν ὑπηρεσία τοῦ ὁ πασάς τῆς Φιλαδέλφειας. Κοντά στόν πασά ἀπέκτησε πολλή περιουσία, δόξα καί τιμές. Ἀνῆλθε μάλιστα στά ὑψηλότερα ἀξιώματα τῆς στρατιωτικῆς ἱεραρχίας. Ἀρραβωνιάστηκε καί μία ἀπό τίς πρῶτες καί εὐγενέστερες κοπέλες τῆς Φιλαδέλφειας....
Ὅταν ὅμως ἔφθασε στήν ἡλικία τῶν εἴκοσι πέντε ἐτῶν, ἄρχισε , μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἐνθυμεῖται τήν προγονική του πίστη καί νά τήν συγκρίνει μέ τό Ἰσλάμ πού εἶχε ἀποδεχθεῖ. Θρηνοῦσε γιά τό πάθημά του, κατηγοροῦσε τόν ἑαυτό τοῦ ἀλλά καί πάλι σκεφτόταν ὅτι μπορεῖ νά ἐπανορθώσει τό λάθος του μέ ὁμολογία καί μαρτύριο , μέ τή βοήθεια τῶν προγενεστέρων μαρτύρων .
Πῆρε τήν ἀπόφαση , προσευχήθηκε καί πῆγε μπροστά στόν πασά καί τούς ἄλλους Τούρκους ἀξιωματούχους τῆς Φιλαδέλφειας. Ἐκεῖ ἄρχισε τήν ὁμολογία του :
Εἶναι δώδεκα χρόνια τώρα πού τυφλώθηκα καί δέν ἔβλεπα τό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς πίστης μου, τώρα φωτίστηκε ὁ νοῦς μου ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα καί κατάλαβα πώς ἡ θρησκεία τῶν Ἀγαρηνῶν εἶναι μία ἀπάτη καί δέν ὑπάρχει σ’ αὐτήν καμία σωτηρία Γι’ αὐτό κι ἐγώ τήν ἀρνοῦμαι καί ὁμολογῶ ὅτι προσκυνῶ τόν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό καί εἶμαι Χριστιανός ,ὅπως ἤμουν καί πρίν ,καί ὀνομάζομαι Δημήτριος. Γιά τό ὄνομα καί τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μου εἶμαι ἕτοιμος νά θυσιαστῶ καί νά πεθάνω. Λοιπόν μήν ἀργοπορεῖτε ἀλλά κατακόψτε μου τό σῶμα, ἐγώ σέβομαι τόν Χριστό μου πού μ’ ἔσωσε καί ἀποστρέφομαι τόν προφήτη σας.
Ἀμέσως τόν ἅρπαξαν , τόν ξάπλωσαν κάτω καί τοῦ ἔδωσαν τριακόσιους δεκαπέντε ραβδισμούς. Ὁ ἅγιος τους ὑπέμεινε χαρούμενος ψάλλοντας μεγαλόφωνα : Δόξα σοί ὁ Θεός ἠμῶν , δόξα σοί . Ἅγιε Δημήτριε, Ἅγιε Γεώργιε, βοηθῆστε μέ . Προφθάσε, ἅγιε Νικόλαε .
Μετά τούς ραβδισμούς τόν ἔκλεισαν στή φυλακή μήπως ἀλλάξει γνώμη. Τή νύχτα μαζεύτηκαν οἱ μουσουλμάνοι δάσκαλοι μαζί μέ ἕνα μάγο καί πῆγαν στή φυλακή μήπως καί τόν μεταστρέψουν. Μάταια ὅμως , ὁ ἅγιος μάρτυς παρέμενε σταθερός καί ἀκλόνητος στήν πίστη .
Ὅταν ξημέρωσε, ὁ πασάς τόν ἔβγαλε ἀπό τή φυλακή καί τόν ἄφησε ἐλεύθερο. Ὁ ἅγιος βλέποντας ὅτι στερήθηκε τή χαρά καί τόν στέφανο τοῦ μαρτυρίου λυπήθηκε πολύ. Χωρίς ἀργοπορία πῆγε στόν τούρκικο καφενέ καί ἄρχισε νά ἐλέγχει τούς παρευρισκόμενους μεγαλόφωνα γιά τήν πίστη τους. Τούς ὀνόμαζε πλανημένους καί σκοτισμένους ἀφοῦ δέν βλέπουν πώς ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί σωτῆρας τοῦ κόσμου. Ἔβγαλε μάλιστα τό σαρίκι πού φοροῦσε στό κεφάλι καί τόν πράσινο μανδύα , χαρακτηριστικά της πίστης τοῦ Ἰσλάμ, καί τά καταπατοῦσε.
Ὅρμησαν ὅλοι πάνω του μέ μανία καί τόν χτυποῦσαν μέ ξύλα καί μέ πέτρες μέχρι πού ἔπεσε κάτω σάν νεκρός, ὥστε πολλοί νά νομίζουν πώς πέθανε. Ἐκεῖνος ὅμως προσευχόταν νοερῶς. Ἀκούγοντάς τους νά συζητοῦν γιά νά τόν κάψουν, σηκώθηκε πάνω καί τούς λέει : ἔχω χρήματα νά σᾶς δώσω, ν’ ἀγοράσετε ξύλα καί νά μή νομίζετε πώς πέθανα, ὁ Χριστός μου μέ δυναμώνει. Κάποιος τότε τόν χτύπησε μέ μία μαχαίρα στήν πλάτη τρεῖς φορές τόσο πού κάθε φορᾶ ἡ μαχαίρα ἔβγαινε ἐμπρός στό στῆθος. Παρά τά θανατηφόρα αὐτά χτυπήματα ὁ ἅγιος δέν πέθαινε, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἐνῷ τόν πήγαιναν στόν τόπο τῆς ἐκτελέσεως , ἕνας ἄλλος τόν χτύπησε μέ μία μαχαίρα στό κεφάλι, ὥστε τό πρόσωπό του χωρίστηκε στά δύο. Ὁ ἅγιος , χωρίς νά δειλιάσει, ἐπίασε μέ τά χέρια τοῦ τά δύο κομμάτια τῆς κεφαλῆς του, σήκωσε τά μάτια του στόν οὐρανό, ἐπικαλέστηκε τόν ἅγιο Δημήτριο, τά πλησίασε καί ἀμέσως ἑνώθηκαν. Βλέποντας ἐκεῖνος τό θαῦμα τόν ξαναχτύπησε ἀπό τό πίσω μέρος τῆς κεφαλῆς καί τήν χώρισε στά δύο. Καί πάλι ὁ ἅγιος τή θεράπευσε ὅπως προηγουμένως. Ἀντί νά μετανοήσουν οἱ ἀνήμεροι βλέποντας αὐτά τά θαυμάσια γεγονότα , τόσο περισσότερο σκλήραιναν τή στάση τους καί ἔσπρωχναν τόν ἅγιο νά πᾶνε νά τόν κάψουν.
Ἐκεῖ πού προχωροῦσαν βλέποντας ὁ ἅγιος μία ἐκκλησία μπῆκε μέσα μέ πολλή ταπείνωση καί εὐλάβεια καί μέ δάκρυα προσευχήθηκε : Κύριε ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, πρός ἐσένα ἔρχομαι σήμερον διά νά γίνω θυσία σου καί εἰς τάς ἁγίας σου χεῖρας παραδίδω τό πνεῦμα μου. Τότε οἱ δήμιοί του μήν ὑποφέροντας ἄλλο νά βλέπουν τόν μάρτυρα τόν θανάτωσαν κόβοντάς του καί τά δύο πόδια . Ὕστερα παίρνοντας ξύλα ἀπό ἕνα δημόσιο λουτρό , ἄναψαν φωτιά καί ἔριξαν μέσα τό ἅγιο λείψανο γιά νά τό κάψουν. Ἡ φωτιά ὅμως τό σεβάστηκε, χωρίστηκε σέ δύο μέρη καί δέν τό ἔκαιγε. Ἔριξαν πέντε στάμνες λάδι στή φωτιά γιά νά καεῖ τό σῶμα τοῦ μάρτυρος, μάταια ὅμως. Τέλος ἀπελπισμένοι πῆραν τά σιδερένια ἐργαλεῖα τοῦ λουτροῦ , μέ τά ὁποία συνδαυλίζουν τά ξύλα γιά νά καίγονται καί κατέκοψαν τό ἀθλητικότατο σῶμα τοῦ ἁγίου μάρτυρος.
Μετά τήν τελείωσή του πολλές θεραπεῖες τέλεσαν καί τελοῦν τά ἅγια λείψανα τοῦ ἁγίου νεομάρτυρες Δημητρίου σέ ὅσους τόν τιμοῦν καί ἐπικαλοῦνται τό ὄνομά του.
ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.