22 Ιαν 2010

Ἑλλάς καί οἰκουμένη

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgKQUvKfl7dvLhByDCc2wsaQcPWhh-Ze475c44RPX-HKF3OhG64RrmuZw8hPvhqX_mGoR2O7zO8knMB2k4nklgJE8tY_xsBKFXuTcgxd1l_nij7aiQMpxayCGJqgzs3eJCiq7rvnmYLXBw/s1600-r/FLAG_ENWSIS.gif


Ἡ ἱστορικότητά του ἔχει μεγάλη σημασία γιά κάθε λαό. Ἱστορικός, ὅμως, εἶναι ἕνας λαός, τοῦ ὁποίου ἡ ἱστορία μεταφέρει σημασίες. Κοσμοϊστορικοί δέ εἶναι οἱ λαοί, οἱ ὁποῖοι ἔχουν παίξει σημαντικό ρόλο στή διαμόρφωση τοῦ κόσμου, ἀφοῦ ἡ ἱστορία τούς μεταφέρει σημασίες κοσμοϊστορικές.

Ὑπάρχουν πολλοί ἱστορικοί λαοί. Αὐτοί, ὅμως......
, πού μποροῦμε νά χαρακτηρίσουμε ὡς κοσμοϊστορικούς εἶναι λίγοι. Οἱ Ἕλληνες εἶναι ἕνας κοσμοϊστορικός λαός. Σέ αὐτό ὅλοι συμφωνοῦν. Ἐκεῖνο πού κάνει τούς Ἕλληνες κοσμοϊστορικό λαό εἶναι βέβαια ἡ ἱστορική παρουσία τους, περισσότερο ὅμως εἶναι ἡ σχέση τους μέ τήν οἰκουμένη. Ἡ σχέση αὐτή εἶναι πολιτισμική: οἱ Ἕλληνες δίνουν, κατ’ ἐπανάληψη καί κατ’ ἐξακολούθηση, ἕνα παράδειγμα, ἕνα τρόπο βίου, πού μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς πρότυπο. Αὐτό τό ἰδιαίτερο καί σπάνιο φαινόμενο τό χαρακτηρίζουμε σάν οἰκουμενικότητα.
Ἡ οἰκουμενικότητα εἶναι κάτι πού συνεχίζει καί συμπληρώνει τήν ἐντελέχεια καί τή μεγάλη σημασία ἑνός πολιτισμικοῦ περιβάλλοντος, ὥστε αὐτό νά προβάλλει ὡς παγκόσμιο πρότυπο. Ὑπάρχουν διάφορες μορφές οἰκουμενικότητας. Ἡ οἰκουμενικότητα χαρακτηρίζεται ἀπό τήν ἠθική ποιότητά της, καί ἐκεῖ βρίσκεται ἡ κρίσιμη καί οὐσιώδης διαφορά τῶν ἑλληνικῶν προτάσεων βίου: δέν ἐπιδιώκουν τήν κυριαρχία καί τήν ἀλλοτρίωση, οὔτε ἔχουν ὠφελιμιστικό χαρακτήρα. Ἡ οἰκουμενικότητα εἶναι ἕνα ἄνοιγμα πρός τόν κόσμο καί ἕνα σύνολο ἀξιῶν πού δωρίζεται. Ἡ οἰκουμενικότητα βρίσκεται πέρα ἀπό σκοπιμότητες, ἀφοῦ προσδιορίζει τήν οἰκουμένη ὡς πολιτισμική ἀντίληψη. Ἡ οἰκουμενικότητα εἶναι ἀσύμβατη πρός τήν κυριαρχία καί δέν ἀποτελεῖ πολιτική ἰδεολογία. Ἡ οἰκουμενικότητα εἶναι ἐπίσης ἀσύμβατη πρός τήν πολυπολιτισμικότητα, ὅπως αὐτή προβάλλεται σήμερα ὡς πανάκεια στά προβλήματα τῶν μεταναστῶν στίς σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Δέν ἐπιδιώκεται ἡ πολιτική συσσωμάτωση λαῶν καί χωρῶν, ἀλλά ἡ δημιουργία συνόλων μέ ὑπερφυλετική, ὑπερεθνική, πολιτισμική ἑνότητα. Τέτοια σύνολα χαρακτηρίζουν τήν ἑλληνική ἱστορία καί μποροῦμε νά τά διακρίνουμε, κατά τήν ἀρχαιότητα στίς ἑλληνικές μητροπόλεις καί στίς ἀποικίες τους στή Μεσόγειο καί τόν Εὔξεινο, ἀργότερα στόν μέγα ἑλληνιστικό κόσμο, στήν ἐκπληκτική χιλιόχρονη Βυζαντινή Αὐτοκρατορία καί ἀκόμη, σχετικά πρόσφατα, στίς κοινότητες τῶν Ρωμηῶν τῆς κάθ΄ ἠμᾶς Ἀνατολῆς.

Ἡ ἐποχή τῆς κλασσικῆς ἀρχαιότητας εἶναι ἡ ἐποχή τῆς οἰκουμενικότητας κατ' ἐξοχήν. Ἡ θρησκεία, ἡ γλώσσα, οἱ συνήθειες καί τό σύνολο τῶν πολιτισμικῶν χαρακτηριστικῶν τῶν Ἑλλήνων γίνονται διεθνές πρότυπο. Ἡ κλασσική ἀρχαιότητα συνεχίζει σέ ὅλη τήν ἀνθρώπινη ἱστορία νά ἀποτελεῖ μία φωτεινή ἑστία, στήν ὁποία ὄχι μόνο ἀναφέρονται οἱ αἰῶνες, ἀλλά καί ἐπιστρέφουν. Μετά τόν ἑλληνιστικό κόσμο καί ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία ἐνσωματώνει τήν ἑλληνική παράδοση.

Ὁ βυζαντινός κόσμος ἀποτελεῖ καί μία νέα πολιτισμική πρόταση – μέ βάση τή σύνθεση διάφορων πολιτισμικῶν στοιχείων –, στήν ὁποία οἱ Ἕλληνες καί ἡ κλασσική κληρονομιά τούς πρωταγωνιστοῦν. Τό Βυζάντιο δημιουργεῖ ἕνα καθαρῶς πνευματικό πολιτισμό, ὅπου ὁ κόσμος καθαγιάζεται καί ὁ ἄνθρωπος προορίζεται πρός τή θέωση. Κατά τούς μακρούς αἰῶνες τοῦ Βυζαντίου ἡ Αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης - Κωνσταντινούπολης ἀκτινοβολεῖ καί γίνεται πηγή μίμησης. Μποροῦμε νά θεωρήσουμε ὅτι οἱ δύο ρωμαϊκές αὐτοκρατορίες συγκροτοῦνται μέ βάση τόν κλασσικό πολιτισμό.

Οἱ μεγάλες μεταναστεύσεις καί ἡ ἀνάδυση, μέσα ἀπό τόν δυτικό ρωμαϊκό κόσμο, τῶν συγχρόνων εὐρωπαϊκῶν λαῶν θά φέρουν στό προσκήνιο νέες ἀντιλήψεις πολιτισμοῦ καί τρόπους βίου. Ἡ λογική γίνεται τώρα τό ἀπόλυτο κριτήριο. Παραμερίζεται ἔτσι ἀνεπαίσθητα τό μέγα κατόρθωμα τῆς ἑλληνικῆς διανόησης, ὁ ἀποφατισμός, δηλαδή ἡ διανοητική ἐκείνη στάση πού βασίζεται στόν λόγο, ἀλλά ἀρνεῖται τό ὅτι ἡ πραγματικότητα ἐξαντλεῖται στήν λογική της διατύπωση. Ὁ κόσμος χωρίζεται σέ ἐμπειρικό καί ὑπερβατικό. Ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται ἀντιμέτωπος μέ ἕναν ἀπόμακρο Θεό, ἀλλά καί μόνος μέσα σέ μία ἀδιάφορη φύση. Ἡ Δυτική Εὐρώπη χαρακτηρίζεται ἀπό τόν δυναμισμό τῆς ἐπέκτασης καί τῆς ἀλλαγῆς. Ἡ ἀσίγαστη ρομαντική τάση πρός τό ἄπειρο καί ἡ ἀνησυχία τῆς εὐρωπαϊκῆς ψυχῆς διακρίνονται στήν ἀντίληψή της γιά ἕναν κόσμο χωρίς ὅρια. Ἡ μουσική εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχήν τέχνη τῆς Εὐρώπης. Τό ἄνοιγμα στήν οἰκουμένη σημαίνει τώρα τήν παγκόσμια κυριαρχία. Τήν παγκόσμια ἐπέκταση τῆς Εὐρώπης ἐγκαινιάζουν οἱ Σταυροφορίες πρός τήν Ἀνατολή, μέ κορυφαῖο γεγονός τήν πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης τό 1204. Γεγονός, πού θά προετοιμάσει τήν πτώση τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἤ Ρωμανίας, ὅπως εἶναι τό ὄνομά της. Οἱ τελευταῖοι αἰῶνες τοῦ Βυζαντίου εἶναι ἡ ἐποχή πού ὁ ἑλληνικός κόσμος ὑποχρεώνεται σέ ἀναμέτρηση πρός τούς πολιτισμικούς ὅρους πού ἐπιβάλλει ἡ Δύση μέ τόν δυναμισμό της. Πρόκειται γιά μία γιγαντομαχία περί τῆς οὐσίας, ἡ ἔκβαση τῆς ὁποίας εἶναι ἀκόμη ἄδηλη.

Ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό της ἑλληνικῆς ἱστορίας ἀποτελεῖ ἡ ἀναγεννητική διάθεση πού ἐμφανίζεται ὡς περισυλλογή, ἀνάμνηση καί διακαής ἐπιθυμία ἐπιστροφῆς. Τούς πρώτους τρομερούς αἰῶνες μετά τήν πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀκολούθησε ἡ θαυμαστή ἀναγέννηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ κατά τόν 18ο αἰώνα. Οἱ Ἕλληνες, παρά τήν πολιτική ὑποταγή τους, ὀργανώνονται συλλογικά καί διαπρέπουν καί πάλι στό ἐμπόριο καί στήν οἰκονομία. Οἱ κοινότητες τῶν Ρωμηῶν συνιστοῦν ἕνα καινούργιο κόσμο, πρότυπο καί πηγή μίμησης γιά τούς λαούς τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης καί τῆς Ἐγγύς Ἀνατολῆς. Στήν καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολή διατυπώνεται μία νέα πολιτισμική πρόταση μέ βάση τόν λαϊκό πολιτισμό, τήν ἀγαπητική διάθεση καί τήν ἐπιθυμία γιά παραμυθίαση. Τήν ἴδια ἐποχή ἡ Δυτική Εὐρώπη χαρακτηρίζεται ἀπό τόν πολιτισμό τοῦ ὑψηλοῦ καί τή διάθεση γιά κυριαρχία. Ἡ ἔκφραση «καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολή» ἀναφέρεται στούς σημαντικούς καί ἀκμαίους ἑλληνικούς πληθυσμούς, οἱ ὁποῖοι ἱστορικά κατοικοῦσαν στούς χώρους ὅπου ἄκμασε ἡ οἰκουμενική Βυζαντινή Αὐτοκρατορία. Μέ τήν ἔκφραση αὐτή δίνεται ἔμφαση στή σπουδαιότητα καί τήν ἰσχύ τῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν, οἱ ὁποῖοι κατά τόν 19ο αἰώνα συγκροτοῦσαν καί μεγάλο τμῆμα τῆς νεοσύστατης ἀστικῆς τάξης τῆς ἐκσυγχρονιζόμενης Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Σέ ἀντίθεση πρός τό νέο Ἑλληνικό Κράτος οἱ πληθυσμοί τῆς καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολῆς βρισκόταν κάτω ἀπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ὡστόσο, ὁ ἐκσυγχρονισμός τῶν Ρωμηῶν τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας γίνεται μέ πρότυπο τή Δύση. Ἀπό τό ἀντιλατινικό φρόνημα τῶν τελευταίων χρόνων τοῦ Βυζαντίου, ὅταν ἀπορρίφθηκε συλλήβδην κάθε ἰδέα συναλλαγῆς μέ τή Δύση, θά φτάσουμε στήν αἴγλη καί τό δέος γιά τήν Εὐρώπη τοῦ Διαφωτισμοῦ. Μετά τό 1922, ὁ εὐρύτερος ἑλληνικός κόσμος τῆς καθ' ἠμᾶς Ἀνατολῆς παύει νά ὑπάρχει.

Ἀπό τόν 18ο αἰώνα ἡ στάση τῶν Ἑλλήνων πρός τήν πολιτισμικά κυρίαρχη Δύση εἶχε πιά μεταβληθεῖ, ἀφοῦ ἡ Δύση πλέον ἀποτελεῖ τό πρότυπο, ἐνῶ τό Νέο Ἑλληνικό Κράτος ἱδρύθηκε μέ τή βοήθεια τῶν δυτικῶν ὡς πραγμάτωση τῆς φαντασιακῆς καί ρομαντικῆς ἰδέας γιά ἀναβίωση τῆς κλασσικῆς Ἑλλάδας. Μετά τήν καταστροφή τῆς καθ’ ἠμᾶς Ἀνατολῆς ἀπό τό 1922 οἱ Ἕλληνες γίνονται ἕνα μικρό κρατικοποιημένο ἔθνος καί συγκεντρώνονται ὅλοι στά στενά ὅρια ἑνός ἐθνικοῦ κράτους. Τό γεγονός αὐτό εἶναι ἱστορικά καί πνευματικά πρωτοφανές καί δίνει ἀφορμή γιά νά ὑποστηριχθεῖ ἡ ἀπαισιόδοξη ἄποψη ὅτι ὁ Ἑλληνισμός ἔφθασε στό ἱστορικό του τέλος.

Ἡ Δυτική Εὐρώπη θά χρησιμοποιήσει τήν ἀναλυτική ὀρθολογική μέθοδο ὡς κεντρικό ἐργαλεῖο μίας νέας ἀνθρωποκεντρικῆς θεώρησης τοῦ κόσμου. Οἱ ἐπιστῆμες θά προοδεύσουν ραγδαία καί θά κυριαρχήσει ἡ θετικιστική αἰσιοδοξία τοῦ Διαφωτισμοῦ. Ἡ φράση τοῦ ἱεροφάντη τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης Σαίν Ζυστ: «ἡ εὐτυχία εἶναι μία ἰδέα καινούργια στήν Εὐρώπη» ἐκφράζει τόν ἀνθρωπιστικό ζῆλο γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν ὁραμάτων τοῦ ἀνθρώπου πάνω στή γῆ. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος θά βρεθεῖ σέ διαλεκτική ἀντίθεση πρός τόν Θεό καί δέν θά διστάσει νά ἐπιβεβαιώσει τόν θάνατό του. Ἡ ὑποταγή τῆς φύσης, ἡ ἐκμετάλλευσή της καί ἡ τεχνική εἶναι αὐτά πού θά ἐπιβάλουν νέους τρόπους βίου. Ἡ κατάληξη εἶναι ἡ ὁμογενοποίηση τῶν ἐθνῶν καί τῶν πολιτισμῶν μέ τήν καταστροφή τῶν πολιτισμικῶν καί τῶν ἐθνικῶν ταυτοτήτων. Μέ πρότυπά της δυτικές βιομηχανικές κοινωνίες καί τόν δυτικό ἀντιπροσωπευτικό φιλελεύθερο κοινοβουλευτισμό ἕνας καθαρά ὑλικός πολιτισμός ἀναδύεται. Γιά πολλούς, αὐτό πού συμβαίνει τούς τελευταίους αἰῶνες εἶναι ὁ θρίαμβος ἑνός μή πνευματικοῦ πολιτισμοῦ, πού βασίζεται στήν καταστρεπτική ἰδέα τῆς ἀέναης τεχνοοικονομικῆς ἀνάπτυξης. Σήμερα φαίνεται ὅτι ὁ κόσμος βρίσκεται πάλι σέ μία καμπή. Ὁ μοντερνισμός, πού πραγματοποιεῖ τό ὅραμα τῆς Δύσης, φαίνεται νά ἔχει ἐξαντληθεῖ. Μία νέα ἐποχή ἑτοιμάζεται νά γεννηθεῖ.

Μέ ἄλλα λόγια, – τά λόγια του Ζᾶν-Φρανσουᾶ Λυοτάρ –, ἡ «μεταμοντέρνα κατάσταση» εἶναι ἡ μεταβατική ἐποχή πού ἀκολουθεῖ τήν παρακμή τῶν Μεγάλων Ἀφηγήσεων τοῦ Διαφωτισμοῦ, τῆς προόδου καί τοῦ Μαρξισμοῦ. Μία Μεγάλη Ἀφήγηση εἶναι ἡ μορφή γνώσης πού στηρίζεται σέ ἀξιόπιστη φιλοσοφική περιγραφή, τέτοια ὥστε ὄχι μόνο ἀπαιτεῖ καθολική ἀποδοχή, ἀλλά καί μπορεῖ νά ἐξηγήσει ὅλες τίς ἄλλες ἀφηγήσεις. Οἱ Μεγάλες Ἀφηγήσεις συγκροτοῦν συστήματα σκέψης καί νοήματος πού παράγουν πολιτική καί πολιτισμό. Οἱ Μεγάλες Ἀφηγήσεις βασίζονται σέ μία καθολική ἀλήθεια καί ὑπόσχονται τήν καθολική σωτηρία.



Κατά τόν Ζᾶν-Φρανσουά Λυοτάρ οἱ Μεγάλες Ἀφηγήσεις παραχωροῦν σήμερα τή θέση τους στίς μικρές ἀφηγήσεις τῶν τόπων καί τῶν μικρῶν ὁμάδων. Αὐτό σημαίνει τόν κατακερματισμό τοῦ κόσμου, ἀλλά καί τή μεταφυσική γύμνια τοῦ ἀνθρώπου.

Ἀλλά καί ἡ κατάληξη τῆς ἀναλυτικῆς ὀρθολογικῆς μεθόδου σέ τεχνική, πού ἐπιδιώκει τήν παγκόσμια κυριαρχία, ὁδήγησε σέ ἀδιέξοδο. Ζοῦμε ἔτσι σέ ἕνα διαρκές παρόν ὅπου ὅλα ἐπιτρέπονται. Στό σκηνικό του 20ού αἰώνα παρακολουθήσαμε καί βιώσαμε τερατώδη πολιτικά συστήματα, λυσσαλέες συγκρούσεις, ἀδιανόητες τεχνικές ἐπινοήσεις, τήν ἀβυσσαλέα διαφορά τοῦ Βορρᾶ καί Νότου, τήν παρακμή τῆς πραγματικότητας σέ εἰκόνα, τήν ὑποβάθμιση τοῦ ἀντικειμένου σέ εἴδωλο, τήν πτώση τοῦ τόπου σέ μή-τόπο καί τέλος τήν κατάρρευση τοῦ οἰκοσυστήματος. Ζήσαμε μέσα σέ συστήματα πέρα ἀπό τό μέτρο καί διαπιστώσαμε τό παράλογο καί τήν ἀπογοητευτική ποιότητα τοῦ σημερινοῦ κόσμου. Φαίνεται ὅτι ἡ κατάληξη τοῦ ἄκρατου ὀρθολογισμοῦ εἶναι ἕνας καθολικός ἀνορθολογισμός.



Ἔτσι μποροῦμε νά μιλήσουμε γιά τό τέλος τῶν οὐτοπιῶν καί τήν παρακμή τῶν ἰδεολογιῶν, ἀφοῦ δέν ὑπάρχει πλέον πρόταση καθολική πού νά καλύπτει τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη.

Δεδομένου λοιπόν ὅτι οἱ ὑποσχέσεις τοῦ μοντερνισμοῦ δέν ἔχουν πραγματοποιηθεῖ, προκύπτει ἡ ἀνάγκη νέων μορφῶν ἀπελευθέρωσης καί νέων προτάσεων βίου. Σέ τέτοιες ἀναζητήσεις δέν ὑπάρχει τίποτα πού θά μᾶς βοηθήσει, ἐκτός ἀπό τήν ἐπιστροφή τῶν δοκιμασμένων προτύπων, τῆς μεταφυσικῆς σκέψης καί τοῦ μύθου ἀπό τήν ἐξορία πού τούς ἐπέβαλε ὁ μοντερνισμός.

Οἱ Ἕλληνες σήμερα ἀποτελοῦν ἕνα ὀλιγάριθμο κρατικοποιημένο ἔθνος. Ἡ ἑλληνική γλώσσα ὁμιλεῖται ἀπό λίγα ἑκατομμύρια ἀνθρώπων. Ἡ παραγωγή πολιτισμοῦ, πού θά μποροῦσε νά ἀποτελεῖ παράδειγμα ἤ λόγο μίμησης, εἶναι ἐλάχιστη. Οἱ Ἕλληνες δημιουργοῦν τό ἐθνικό τους κράτος στό ἱστορικό τους κέντρο, τό ὁποῖο ὅμως παρέμεινε περιφερειακή περιοχή γιά πολλούς αἰῶνες. Περιφερειακή, γιατί τό κέντρο βάρους τοῦ Ἑλληνισμοῦ μετατέθηκε κατά τήν ἀρχαιότητα ἀνατολικά καί παρέμεινε ἐπί μακρόν στήν Κωνσταντινούπολη, πόλιν παλαιόθεν ἑλληνίδα καί μεγαλύτερη ἑλληνική πόλη γιά δεκαέξη συναπτούς αἰῶνες. Τό κέντρο βάρους τοῦ Ἑλληνισμοῦ βρίσκεται σήμερα πάλι στή νότιο Βαλκανική. Μετά τό γεγονός αὐτό ὁ Νέος Ἑλληνισμός εἶναι κάτι διαφορετικό, ἐνῶ ἐντείνεται ἡ διαχρονική κρίση ταυτότητας πού τόν χαρακτηρίζει. Ἡ ἀπομάκρυνσή μας ἀπό ἱστορικούς χώρους, πού συνδέονται μέ τήν ἱστορική καί πνευματική μας παρουσία, μᾶς ὑποχρεώνει νά πορευτοῦμε στερούμενοι μίας καθοριστικῆς γιά μᾶς διάστασης. Οἱ δυσχέρειες τοῦ παρόντος, ἡ ἀνησυχία μας γιά τό μέλλον, ἡ ἀμηχανία γιά τόν πολιτισμό μας, ἡ λήθη καί ἡ ἀποξένωση ἀπό τίς παραδόσεις μας, ἡ προσκόλλησή μας σέ πρότυπα πού δέν εἶναι δικά μας, ἡ ἀσάφεια καί ἡ ἀπορία γιά τό τί εἴμαστε καί πού ἀνήκουμε? ὅλα αὐτά συνδέονται ποικιλότροπα, ἐμφανῶς καί ἀφανῶς, μέ τή βίαιη ἀποκοπή μας ἀπό χώρους οἰκείους, μακραίωνες ἐμπειρίες, δοκιμασμένους θεσμούς καί ἑδραιωμένες συμπεριφορές. Τό ζητούμενο, βέβαια, δέν εἶναι μόνο ἡ ἀνάπτυξη, ἡ εὐημερία καί ἐν τέλει ἡ ἐπιβίωση τῆς χώρας μας, ἀλλά κυρίως ἡ γνώση, πού εἶναι προϋπόθεσή τους. Τή γνώση αὐτή σήμερα φαίνεται σάν νά τή στερούμεθα καί σάν νά εἶναι δύσκολο νά τήν ἀνακαλύψουμε.



Ἔχει διατυπωθεῖ ἡ ἄποψη ὅτι ἡ ἵδρυση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους στήν περιφέρειά του τότε Ἑλληνισμοῦ καί ἡ ἐπιστροφή τοῦ κέντρου βάρους τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη στή Νότια Ἑλλάδα σηματοδοτοῦν τό τέλος του. Ἡ υἱοθέτηση θεσμῶν ξένων καί ἡ καταθλιπτική ἐπίδραση τῆς Δύσης ὑποστηρίζεται ὅτι ὁδήγησαν στό ἱστορικό τέλος τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Πιστεύουμε ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα βιαστικό συμπέρασμα. Ἡ ἐνδογενής δυναμική πού δημιουργεῖ τήν καταθλιπτική ἐπιβολή τῆς Δύσης ἔχει πιά ἐξαντληθεῖ. Ἀλλά, καί τά τελείως πρόσφατα κοσμοϊστορικά γεγονότα: ὁ πολυκερματισμός τοῦ κόσμου, τό τέλος τῶν ἰδεολογιῶν, ἡ ἀπαξίωση τῶν οὐτοπιῶν, ἡ κρίση τοῦ δυτικοῦ ὀρθολογισμοῦ, ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἰδέας τῆς προόδου, ἡ διάψευση τῆς τεχνικῆς καί τό περιβαλλοντικό πρόβλημα, ὁδηγοῦν σέ συνολική ἀναθεώρηση τοῦ ζητήματος τοῦ πολιτισμοῦ. Σέ μία τέτοια ἐποχή, μορφές ἐπιστροφῆς στούς ἑλληνικούς αἰῶνες ἴσως ἀποδειχθοῦν καί πάλι ἀναγκαῖες.

Δημήτρης Μαυρίδης

ΠΗΓΗ:ΑΝΤΙΒΑΡΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΚΑΝΤΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ ΜΑΣ.